φιλονομία

φιλονομία
η, Ν [φιλόνομος]
νομιμοφροσύνη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φιλονομία — η η αγάπη των νόμων, το να αγαπάει κανείς τους νόμους, η υποταγή στους νόμους, η νομιμοφροσύνη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”